Κυριακή 19 Μαρτίου 2017

«Δεν θα βρεις την ποίηση πουθενά, αν δεν κουβαλάς λίγη μαζί σου»



«Δεν θα βρεις την ποίηση πουθενά, αν δεν κουβαλάς λίγη μαζί σου»

(της Χαριτίνης Μαλισσόβα)

Είναι αξιοπερίεργο πώς ένας λαός σαν τον δικό μας, με τόσα ακούσματα στίχων,δηλώνει άγνοια και αποστροφή προς το λογοτεχνικό είδος της ποίησης.

Ακόμα πιο περίεργο είναι που το ίδιο συμβαίνει και σε πολλούς από όσους ασχολούνται με τη λογοτεχνία γενικότερα, εξαιρώντας από τη βιβλιοθήκη τους τις ποιητικές συλλογές.

Αλήθεια, πόσοι μπορούν να απαριθμήσουν ονόματα Ελλήνων ποιητών ,πλην του Ελύτη, του Σεφέρη ή της Δημουλά; Πόσοι γνωρίζουν ότι στα μουσικά ακούσματά τους δεν ανήκουν τα τραγούδια των ερμηνευτών, αλλά οι στίχοι των ποιητών, όπως του Γκάτσου, του Ελύτη και πολλών σύγχρονων ποιητών;

Μακρύς ο κατάλογος αυτών, των σύγχρονων  ποιητών που συνεχίζουν επάξια το έργο των προπατόρων τους, γράφοντας την ιστορία της νέας Ελληνικής ποίησης.Ποιητικές συλλογές  και νέοι ποιητές εμφανίζονται τόσο στη βιβλιογραφία, όσο και σε  λογοτεχνικά περιοδικά που φιλοξενούν την επίπονη δουλειά των ποιητών μας και συστήνουν στους αναγνώστες και ποιητές άλλων χωρών.

Δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε και όλους όσους έχουν καταξιωθεί ήδη  στη συνείδηση των αναγνωστών από τα δείγματα γραφής τους.Και είναι αρκετοί  οι αξιόλογοι οι ποιητές στη χώρα μας.

Η ποίηση είναι το λογοτεχνικό είδος το οποίο εκφράζει  με λίγες,ουσιαστικές και σωστά τοποθετημένες λέξεις,όσα μέσω του πεζού λόγου χρειάζονται πολλές σελίδες για να εκφραστούν.

Αυτή είναι και η γοητεία της,αλλά και η δυσκολία της για τον ποιητή.

Αρχιτέκτονας του λόγου,ο ποιητής,χτίζει το έργο του εργονομικά,τοποθετώντας τη σωστή  λέξη στο σωστό σημείο, ώστε να αποδώσει όσα έχει σκεφτεί.Και δεν είναι ο καταιγισμός ακατάληπτων και ακατάστατων  ιδεών, όπως πολλοί λανθασμένα νομίζουν. Είναι γνώσεις, επάρκεια λόγου σε υψηλό επίπεδο, τεχνική και τέχνη.Η ποίηση είναι μόχθος και απόλαυση για τον ποιητή, τέρψη και θαυμασμός για τον αναγνώστη.

Φυσικά και δεν είναι ισάξιοι όλοι οι ποιητές ούτε και είναι ποιητές  όσοι γράφουν ένα ποίημα..

Αυτό,όμως,είναι δική μας υπόθεση,των αναγνωστών,να ανακαλύψουμε.

Ας ψάξουμε λοιπόν,το είδος της ποίησης που μας ταιριάζει και ας μην μένουμε στην άγνοια απορρίπτοντας το πιο γοητευτικό και απολαυστικό είδος της λογοτεχνίας.

"20 χρόνια πριν-Πώς ξεκίνησε να γιορτάζεται η ημέρα ποίησης"


Η Παγκόσμια Ημέρας Ποίησης εορτάζεται κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου. Η αρχική έμπνευσή της ανήκει στον Έλληνα ποιητή Μιχαήλ Μήτρα, ο οποίος το φθινόπωρο του 1997 πρότεινε στην Εταιρεία Συγγραφέων να υιοθετηθεί ο εορτασμός της ποίησης στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, και να οριστεί συγκεκριμένη μέρα γι' αυτό.

Η εισήγησή του έφτασε με επιστολή στα χέρια του ποιητή και μελετητή της ποίησης Κώστα Στεργιόπουλου, προέδρου τότε της Εταιρείας Συγγραφέων. Η ποιήτρια Λύντια Στεφάνου πρότεινε ως ημέρα εορτασμού την 21η Μαρτίου, την ημέρα της εαρινής ισημερίας, που συνδυάζει το φως από τη μία και το σκοτάδι από την άλλη, όπως η ποίηση, που συνδυάζει το φωτεινό της πρόσωπο της αισιοδοξίας με το σκοτεινό πρόσωπο του πένθους. Η πρώτη Ημέρα Ποίησης γιορτάστηκε το 1998 στο παλιό ταχυδρομείο της πλατείας Κοτζιά. Ετοιμάστηκε με ελάχιστα έξοδα και πολλή εθελοντική δουλειά, και είχε μεγάλη επιτυχία.

Την επόμενη χρονιά ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO, εισηγήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του οργανισμού η 21η Μαρτίου να ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, όπως η 21η Ιουνίου είναι Παγκόσμια Ημέρα Μουσικής. Οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Τυνήσιοι και άλλοι πρέσβεις από χώρες της Μεσογείου υποστήριξαν την εισήγηση και η ελληνική πρόταση υπερψηφίστηκε.Τον Οκτώβριο του 1999, στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO στο Παρίσι, η 21η Μαρτίου ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.

"Πώς ορίζουν την ποιητική τέχνη γνωστοί ποιητές".

Θα όριζα εν συντομία την ποίηση σαν τη ρυθμική δημιουργία της ομορφιάς,κατά τον Edgar Allan Poe

Η Ποίηση δεν είναι η απελευθέρωση των αισθημάτων, αλλά η δραπέτευση από τα αισθήματα. Δεν είναι η έκφραση της προσωπικότητας αλλά η δραπέτευση από την προσωπικότητα. Αλλά θα πρέπει κανείς να έχει αισθήματα και προσωπικότητα για να θέλει να δραπετεύσει από αυτά,είπε ο T. S. Eliot ,ενώ σε άλλη ρήση διαπιστώνει πως «Οι ανώριμοι ποιητές μιμούνται. Οι ώριμοι ποιητές κλέβουν.»

Ένα ποίημα δεν τελειώνει ποτέ, μόνο εγκαταλείπεται,πιστεύει ο Paul Valery

Αν κάποιος μάθει καλά Ελληνικά, μπορεί να βρει σχεδόν ολόκληρη την ποίηση στον Όμηρο,είπε ο Ezra Pound

Ό,τι μπορεί να εξηγηθεί δεν είναι ποίηση, διαπιστώνει ο William Butler Yeats

Για να υπάρχουν μεγάλοι ποιητές, πρέπει να υπάρχουν και μεγάλοι αναγνώστες,διατείνεται ο Walt Whitman

Να είσαι πάντα ποιητής, ακόμα και στον πεζό λόγο, συμβουλεύει ο Charles Baudelaire

Η μεγαλύτερη τραγωδία για έναν ποιητή είναι να τον θαυμάζουν επειδή παρανοούν το έργο του, αναφωνεί ο Jean Cocteau

Ποιητής δεν είναι ο εμπνευσμένος, είναι εκείνος που εμπνέει, κατά τον Paul Eluard,ενώ ο Thomas Hardy πιστεύει πως ένας ποιητής πρέπει να εκφράζει τα αισθήματα όλων των εποχών, και τις σκέψεις τις δικές του.

Η ποίησις είναι ανάπτυξις  στίλβοντος ποδηλάτου, λέει στοχαστικά  ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ενώ κατά τον Νίκο Εγγονόπουλο :H τέχνη και η ποίηση δε μας βοηθούν να ζήσουμε. Η τέχνη και η ποίηση μας βοηθάνε να πεθάνουμε.

 Γράφω ποίηση επειδή η ζωή μου είναι ένα ημιτελές ποίημα, γεμάτο λάθη και παραλείψεις, που μάταια προσπαθώ να ολοκληρώσω, δίνει υπαρξιακή διάσταση και ο Χάρης Βλαβιανός

Όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, προτείνει ο Οδυσσέας Ελύτης, ίσως σε μια προσπάθειά του να προσδώσει ισότητα ανάμεσα σε ποίηση και πεζογραφία.

Σε απάντηση όσων εμπαίζουν την ακατανόητη ποίηση,απαντάμε (πάντα με χιούμορ)με την ατάκα του αείμνηστου ηθοποιού Ντίνου Ηλιόπουλου: «Παιδί μου, η ποίηση είναι ποίηση, άμα δεν την καταλαβαίνει κανείς. Άμα την καταλαβαίνουν όλοι, δεν είναι ποίηση, είναι τσιφτετέλι. Κατάλαβες;»


«Σε βρίσκει η ποίηση» κατά τον Τίτο Πατρίκιο.

Η ποίηση έρχεται να σε βρει με ποδήλατο, με μηχανάκι,

με αυτοκίνητο 

άλλοτε έρχεται σαν αμαζόνα με το σπαθί υψωμένο.....

σε περιπαίζει δίνοντας προτεραιότητα στις σοβαρές σου

ασχολίες

σου γεμίζει το άδειο γραμματοκιβώτιο των φιλοδοξιών

σε δελεάζει με όνειρα δόξας, χρήματος, αθανασίας

σου ζητάει βοήθεια άμα την κυνηγούν οι εξουσίες

που αψήφησε

σου λέει πώς κι όταν τις υμνούσε, κρυφά τις υπονόμευε

σου επισημαίνει τις κοινοτοπίες, σου ανατρέπει

τ' αυτονόητα

σου ψιθυρίζει μυστικά που πρέπει εσύ να εξιχνιάσεις

σου φωτίζει πράγματα που μέναν σκοτεινά ως τότε

ώσπου κάποια στιγμή σε ανταμείβει για την αφοσίωση σου

σου αποκαλύπτει την αλήθεια, σου λέει καθαρά πως

ανήκει σε όλους.


Εκεί πάνω η ποίηση βρίσκει τον καθένα μας.


 

  φράση  του τίτλου αποδίδεται στον Γάλλο γνωμικογράφο Joseph Joubert.)


Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

Jackie-Η προσωπικότητα της θρυλικής Τζάκι στη μεγάλη οθόνη.

                       Jackie

                 Κριτική ταινίας 
           Της Χαριτίνης Μαλισσόβα 

Στις 22 Νοεμβρίου του 1963, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας του, ο Τζον Κέννεντυ δολοφονείται στο αυτοκίνητό του, και το ροζ ταγέρ της Τζάκι (Νάταλι Πόρτμαν) ποτίζεται από το αίμα του.
Η ταινία ξεκινά με έναν μακρόσυρτο συριγμό, χωρίς εικόνα, συριγμός που είναι και η μοναδική (πένθιμη ) μουσική υπόκρουση σε όλη τη διάρκειά της.Δεν πρόκειται για την βιογραφική μεταφορά της Τζάκι Κένεντυ στη μεγάλη οθόνη,έχουν προηγηθεί ανάλογα εγχειρήματα, αλλά για το ψυχογράφημά της πολυαμφιλεγόμενης προσωπικότητάς της με αφετηρία τη δολοφονία του Κένεντυ.
Επίσης,δεν  πρόκειται για άλλη μία αγιογραφία του δολοφονηθέντος προέδρου, αλλά για  την οπτική της συζύγου του για το γάμο τους και την στάση της απέναντι στις νέες συνθήκες της ζωής της μετά την βαρύτατη απώλεια.
Ίσως ο θεατής  θα πρέπει να έχει διαβάσει κάποια στοιχεία για την προσωπικότητα της Τζάκι, για να εξηγήσει τη  σκηνοθετική άποψη  και το σενάριο της ταινίας.

Περιεκτικό το σενάριο του Νόα Όπενχαϊμ,ο οποίος τεχνηέντως χρησιμοποιεί μια συνέντευξη της Τζάκι προς ένα δημοσιογράφο για να σκιαγραφήσει την προσωπικότητά της, ξεδιπλώνοντας όλη την παλέτα των συναισθημάτων της ύστερα από την δολοφονία του Κένεντυ,πάντα καλά κρυμμένα πίσω από το αδιαπέραστο βλέμμα.Απόμακρη, ενίοτε νευρική,αλλά σχεδόν πάντα αυτοελεγχόμενη η Πόρτμαν-Τζάκι  ξεδιπλώνει πτυχές της ζωής και της ψυχοσύνθεσής της.
Ο Χιλιανός σκηνοθέτης Πάμπλο Λαράϊν  εισχωρεί  στην πραγματική εικόνα της Τζάκι, φωτίζοντας όχι μόνο τις δύσκολες στιγμές της, μετά το θάνατο του συζύγου της, όπως την κηδεία και τη φροντίδα της οικογένειάς της, αλλά και τη ζωή της ως πρώτη κυρία στον Λευκό Οίκο. 
Η φωτογραφική άποψη  άψογη,αρμόζουσα στη θρυλική  φινέτσα της Τζάκι.
Σενάριο και σκηνοθεσία υποστηρίζονται από την οσκαρικού μεγέθους ερμηνεία της χαρισματικής Νάταλι Πόρτμαν, μια ερμηνεία που ξεπερνά ακόμα και εκείνη του Μαύρου Κύκνου και την έφερε στη λίστα των υποψηφίων για όσκαρ Α γυναικείου ρόλου.
Η ταινία απέσπασε Βραβείο σεναρίου στη Βενετία και τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ.

Το ματωμένο ροζ ταγιέρ, στο οποίο ξεψύχησε ο Κένεντι και η ίδια αρνήθηκε να βγάλει μέχρι που έφτασε στον Λευκό Οίκο, καταδεικνύει και τη ματωμένη ψυχή και εικόνα της γυναίκας, της συζύγου, της μητέρας, όταν όλος ο κόσμος γκρεμίζεται γύρω της και η ίδια μένει ξεκρέμαστη(;)σε έναν πραγματικά πολύ σκληρό κόσμο.
Η καλοδουλεμένη,αργόσυρτη προφορά της Πόρτμαν ,αλλά και η στάση του σώματος και οι κινήσεις της πείθουν ότι παρακολουθείς την αυθεντική Τζάκι,παρόλο που-ας μου επιτραπεί-θεωρώ την ηθοποιό πιο όμορφη από εκείνη.

Αμφίσημη και αρκετά παρεξηγημένη ,η θρυλική πλέον Τζάκι μέσα από την ταινία αυτή δικαιώνεται ή μάλλον παίρνει τις πραγματικές της διαστάσεις πέρα από τον μύθο, χωρίς ωστόσο να της αφαιρεί ίχνος από αυτόν.


Δεν είναι τυχαίο που έμεινε στην ιστορία  με το μικρό της όνομα.